Έφυγε την προηγούμενη εβδομάδα από κοντά μας ο μεγάλος δάσκαλος του Εμπορικού Δικαίου, ο ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) Κωνσταντίνος Παμπούκης. Η ευρυμάθεια, η νομική διάνοια και η εκφραστική δύναμή του, όπως ενσαρκώθηκαν στο διδακτικό και αποτυπώθηκαν στο εκτεταμένο συγγραφικό του έργο, επέδρασαν καθοριστικά στην επιστημονική και νομολογιακή εξέλιξη του εμπορικού και ιδίως του εταιρικού δικαίου στην Ελλάδα.
Το πρώτο του πόνημα, με τίτλο «Περί της σχέσεως εμπορικού και φορολογικού δικαίου…», δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Νομικό Βήμα το έτος 1954 [ΝοΒ 2 (1954), 883-884]. Για τελευταία φορά δημοσίευσε νομικά του κείμενα (παρατηρήσεις σε δικαστική απόφαση και γνωμοδότηση) στο επιστημονικό περιοδικό Επισκόπηση Εμπορικού Δικαίου το έτος 2017 (ΕπισκΕΔ 2017, 172 και 199 αντίστοιχα), περιοδικό που ο ίδιος ίδρυσε από κοινού με την αείμνηστη σύζυγό του ομότιμη καθηγήτρια του ΑΠΘ Αλίκη Κιάντου – Παμπούκη και άλλους νομομαθείς το έτος 1995, μετά την αποχώρησή του από την ενεργό υπηρεσία στο πανεπιστήμιο (Σεπτέμβριος 1993).
Από το 1954 έως και το 2017, με κάθε μορφής συγγραφικές συμβολές (συγγράμματα, μονογραφίες, μελέτες, παρατηρήσεις / σχόλια σε δικαστικές αποφάσεις, γνωμοδοτήσεις και επιφυλλίδες), συγκαθόρισε την φυσιογνωμία του ελληνικού εμπορικού δικαίου, όντας αδιάκοπα παρών στον επιστημονικό διάλογο. Το θεωρούσε, άλλωστε, καθήκον, διότι «η συνέπεια και η εξέλιξη, όπως πιστεύουμε, ανήκουν στα κύρια προσόντα μιας επιστημονικής προσπάθειας», ως έγραψε ανήμερα της ονομαστικής του εορτής το έτος 2000, προλογίζοντας τον Α΄ τόμο από τα «Σύμμεικτα Κωνσταντίνου Παμπούκη».
Είχε την ικανότητα να δίνει απαντήσεις ακόμη και στα πλέον ειδικά νομικά ερωτήματα, συχνά με αναγωγή στις γενικές αρχές του δικαίου ή των επιμέρους κλάδων του. Τον ρώτησα κάποτε αν του φαινόταν παράδοξο μια ανώνυμη εταιρεία να στραφεί με αγωγή αδικοπραξίας κατά μετόχων της που κακόπιστα άσκησαν δικαιώματα μετοχικής μειοψηφίας. Καθόλου, μου απάντησε αμέσως, «…το σωματείο, στο οποίο ανάγεται η ανώνυμη εταιρεία, έχει ακόμη και πειθαρχική εξουσία επί των μελών του».
Πλέον όμως των παραπάνω, ο Κωνσταντίνος Παμπούκης διακρινόταν για την σπάνια καλοσύνη και την ευγένειά του. Ήταν ένας ιδιαίτερα προσιτός και φιλικός άνθρωπος. Μοιραζόταν απλόχερα τις γνώσεις και τη σκέψη του, με ευχαρίστηση δε και ενδιαφέρον άκουγε και εξέφραζε τη γνώμη του σε οποιοδήποτε ζήτημα εμπορικού δικαίου έθετε κανείς υπόψη του. Αγαπούσε τη ζωή, χαιρόταν την ανθρώπινη επικοινωνία και επαφή, αρεσκόταν στη συζήτηση για νομικά, και για πολλά άλλα ζητήματα, για την τέχνη και την φιλοσοφία, για ό,τι είχε επίκεντρο και αναφορά τον άνθρωπο. Από την συναναστροφή μαζί του, αντλούσε κανείς πρότυπο συμπεριφοράς, γινόταν σοφότερος και πληρέστερος άνθρωπος.
Θα μου λείψουν εκείνα τα κυριακάτικα απογεύματα με τις διεξοδικές τηλεφωνικές συζητήσεις μας και υπόβαθρο μουσική του τρίτου προγράμματος, που έφθανε στο ακουστικό μου από τη Θεσσαλονίκη. Οι ξεχωριστές βραδιές στην Αθήνα, που αφιέρωνε ώρες από τον λιγοστό ελεύθερο χρόνο του για να μου επισημάνει και εξηγήσει που και γιατί χρειάζονταν βελτίωση δοκίμια νομικών μελετών μου, τα οποία επισημείωνε με την αξιοθαύμαστη καλλιγραφία του. Ο ειλικρινής σεβασμός του σε όσους διακατέχονταν από «αγωνία για το δίκαιο», δικαστές, δικηγόρους και θεωρητικούς του δικαίου, ανεξαρτήτως τίτλων και βαθμίδας. Η αυστηρότητά του απέναντι στην έπαρση. Η αγάπη του για τον άνθρωπο ως άνθρωπο.
Το κενό από την απώλεια του Κωνσταντίνου Παμπούκη δεν μπορεί να αναπληρωθεί. Η ανεξίτηλη, όμως, συμβολή του θα στέκει παντοτινά ως φάρος φωτεινός για την ελληνική νομική κοινότητα και για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Ι.Α.Γ.