Δημοσιεύτηκε στην πλατφόρμα νομικών πληροφοριών Qualex η με αριθμό 103/2023 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αταλάντης, στην οποία το γραφείο μας εκπροσώπησε επιτυχώς δανειολήπτες που διεκδίκησαν και επέτυχαν κατά το μεγαλύτερο μέρος την ακύρωση διαταγής πληρωμής, που είχε εκδώσει σε βάρος τους τράπεζα για απαιτήσεις της από σύμβαση στεγαστικού δανείου με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.
Η απόφαση αντιμετωπίζει επιτυχώς και εμπεριστατωμένα κρισιμότητα ζητήματα του θεσμού της παραγραφής στο πεδίο των συμβάσεων δανείου και έχει κατά περίληψη και κυρίως κείμενο ως εξής:
Στεγαστικό δάνειο με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Συμβατική δυνατότητα της δανείστριας τράπεζας να ζητήσει την καταβολή των ληξιπρόθεσμων χρεώλυτρων, χωρίς να καταγγείλει την σύμβαση δανείου. Στην περίπτωση αυτή, η αξίωση των περιοδικών χρεωλυτικών δόσεων, διατηρεί την αυθυπαρξία της, υποκείμενη σε πενταετή παραγραφή (άρθρο 250 παρ. 15 ΑΚ) με χρόνο έναρξης αυτής το τέλος του έτους εντός του οποίου κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή εκάστη χρεωλυτική δόση. Η παραγραφή της κύριας αξίωσης για καταβολή δόσεων του κεφαλαίου του δανείου συμπαρασύρει σε παραγραφή και την παρεπόμενη αξίωση για τόκους υπερημερίας (άρθρο 274 ΑΚ). Παραδεκτός ο πρόσθετος λόγος ανακοπής, όταν στο κύριο δικόγραφο ανακοπής περιέχεται έστω ένας παραδεκτός, ακόμη και νομικά και ουσιαστικά αβάσιμος, λόγος ανακοπής. Μερικά δεκτή η ανακοπή. Ακυρώνεται εν μέρει η διαταγή πληρωμής λόγω παραγραφής χρεωλυτικών δόσεων και των επ’ αυτών τόκων υπερημερίας.
[…] IV. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 250 αρ. 15 και 253 ΑΚ, ο χρόνος παραγραφής των τόκων και των χρεολυσίων είναι πενταετής και αρχίζει από τη λήξη του έτους, μέσα στο οποίο γεννήθηκε η αξίωση και είναι δυνατή η δικαστική της επιδίωξη. Χρεολύσιο, κατά την έννοια του πρώτου των άρθρων τούτων, είναι το αποδιδόμενο μέρος του οφειλόμενου κεφαλαίου, το οποίο καταβάλλεται, είτε κεχωρισμένως, είτε κατόπιν άθροισης και των τόκων, οπότε σχηματίζεται το τοκοχρεολύσιο. Όταν ο δανειστής έχει το δικαίωμα, σύμφωνα με τους όρους της δανειακής σύμβασης, να την καταγγείλει προώρως αν δεν πληρωθούν οι δόσεις, τότε όλες οι οφειλόμενες περιοδικές εκ του δανείου δόσεις, αφορώσες χρεολύσιο ή τοκοχρεολύσιο ή τόκο, γίνονται απαιτητές. Με την καταγγελία η σύμβαση του δανείου λύεται και επομένως ενεργοποιείται ο συμβατικός όρος, που παρέχει στο δανειστή το δικαίωμα να αξιώσει την άμεση πληρωμή από τον οφειλέτη ολόκληρου του οφειλόμενου κεφαλαίου, καθώς και τους τόκους υπερημερίας από την καταγγελία. Το δάνειο συνεπώς είναι τοκοχρεωλυτικό, με την έννοια ότι έχει συνομολογηθεί η εξόφληση του δια καταβολής είτε χρεολυσίων και τόκων κεχωρισμένως είτε ενιαίων τοκοχρεωλύσιων, υπό την αίρεση της εμπρόθεσμης και προσήκουσας καταβολής των δόσεων. Μόνον, όμως, όταν η αίρεση πληρωθεί και καταγγελθεί το δάνειο, δεν οφείλονται πλέον δόσεις, αλλά ολόκληρο το μέχρι τότε ανεξόφλητο κεφάλαιο και η αξίωση του δανειστή προς απόδοση του δανείου υπόκειται στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή, ενώ αν δεν γίνει καταγγελία, η αξίωση των περιοδικών δόσεων, αφού αυτές διατηρούν την αυθυπαρξία τους, υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή (ΑΠ 1203/2019, ΑΠ 751/2012, ΑΠ 747/2012, ΑΠ 1455/2007, ΕφΠατρών 126/2021 ΝΟΜΟΣ). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 634 παρ. 1 ΚΠολΔ, η επίδοση της διαταγής πληρωμής διακόπτει την παραγραφή. Από τις διατάξεις των άρθρων 262 παρ. 1 ΚΠολΔ και 249, 250 επ. και 277 του ΑΚ συνάγεται ότι, για να είναι ορισμένη η ένσταση πενταετούς παραγραφής περιοδικών παροχών που αναφέρονται σε τοκοχρεωλυτικές δόσεις, πρέπει να εκτίθενται προς θεμελίωση της: α) ο χρόνος γέννησης κάθε περιοδικής παροχής β) το ύψος κάθε μιας περιοδικής παροχής ανά έτος, εφόσον οι τόκοι που συνιστούν την περιοδική παροχή δεν εξάγονται για όλη τη μελλοντική περίοδο βάσει σταθερού κεφαλαίου, διαφορετικά η ένσταση είναι αόριστη, γ) ο χρόνος έναρξης της παραγραφής κάθε επί μέρους παροχής για να είναι ευχερής ο προσδιορισμός του χρόνου συμπλήρωσης της πενταετούς παραγραφής για κάθε μια από αυτές και ο χρόνος επίδοσης της διαταγής πληρωμής προκειμένου να διαπιστωθεί αν, με αφετηρία το ανωτέρω χρονικό σημείο και μέχρι της επιδόσεως της διαταγής πληρωμής, από της οποίας διακόπτεται η παραγραφή, συμπληρώθηκε ο χρόνος αυτής (ΑΠ 623/2011 ΝΟΜΟΣ).
Με τον πρόσθετο λόγο της κρινόμενης ανακοπής της, οι ανακόπτοντες εκθέτουν ότι η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής είναι ακυρωτέα κατά το ποσό των 14.236,73 € που αφορούν μέρος του χρεολυσίου μηνός Οκτωβρίου 2009 και το σύνολο των χρεολυσίων των ετών 2010 έως και 2016 λόγω παραγραφής τους, εφόσον παρήλθαν πέντε έτη από τη λήξη του έτους εντός του οποίου κατέστησαν ληξιπρόθεσμα και απαιτητά και ήταν εφικτή η δικαστική τους επιδίωξη, καθόσον η καθ’ ης δεν κατήγγειλε την ένδικη σύμβαση κάνοντας χρήση του σχετικού όρου 8 παρ. 3 περ. α’ της δανειακής σύμβασης, με συνέπεια τη μη επιμήκυνση της παραγραφής σε εικοσαετία και περαιτέρω τυγχάνει ακυρωτέα κατά το ποσό των 231,86€ που αφορούν σε μέρος των τόκων υπερημερίας ετών 2011 έως 2016 για τον ίδιο λόγο. Ο πρόσθετος λόγος της ανακοπής, ο οποίος παραδεκτά προβάλλεται δεδομένου ότι ήδη ο δεύτερος ως άνω εκ των προτεινόμενων λόγων με το κύριο δικόγραφο της ανακοπής προτάθηκε παραδεκτά, ανεξάρτητα από τη νομική ή την ουσιαστική του βασιμότητα (βλ. ερμηνεία κατ’ άρθρο ΚΠολΔ. X. Απαλαγάκη Στ. Σταματόπουλος άρθρο 632 πλαγ. 25 σελ. 2248), είναι δε ορισμένος και νόμιμος στηριζόμενος στις διατάξεις των άρθρων 806, 250 αρ. 15, 253 ΑΚ και 274 ΑΚ. Πρέπει επομένως να ερευνηθεί και ως προς την ουσιαστική του βασιμότητα.
Από όλα τα νομίμως προσκομιζόμενα με επίκληση από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα και δη από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, ουδενός των οποίων παραλείφθηκε η συνεκτίμηση (δεν εξέτασαν μάρτυρες στο ακροατήριο), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα, κρίσιμα για την υπόθεση, πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της με αριθμό …/05.02.2004 σύμβασης δανείου που καταρτίσθηκε στον Άγιο Κωνσταντίνο Φθιώτιδας, η καθ’ ης χορήγησε στους ανακόπτοντες ειδικό στεγαστικό δάνειο ποσού 26.323,74€ για την αποκατάσταση των ζημιών, από κατολισθήσεις Αγνάντης, και με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου κατά ποσοστό 100% βάσει της με αριθ. …/29.03.2000 απόφασης περί εγγυήσεων του Υπουργού Οικονομικών. Η συνολική διάρκεια του δανείου ορίστηκε σε δεκαπέντε (15) έτη, εξοφλητέο σε είκοσι επτά (27) ισόποσες συνεχείς εξαμηνιαίες χρεολυτικές δόσεις καταβαλλόμενων η πρώτη δόση την 10η.10.2005, οι επόμενες συνεχείς δόσεις τη δέκατη ημέρα του επόμενου εξαμήνου και εφεξής και η τελευταία την 10η,10.2018, με συμβατικό επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου δωδεκάμηνης διάρκειας της τελευταίας έκδοσης πριν από την έναρξη κάθε περιόδου εκτοκισμού, προσαυξημένο κατά δύο (2) εκατοστιαίες μονάδες, χωρίς άλλη προσαύξηση για προμήθεια κ.λπ. και επιδοτούμενο από το Ελληνικό Δημόσιο κατά ποσοστό 100%. Σύμφωνα με ρητό όρο της σύμβασης (άρθρο 8) σε περίπτωση καθυστέρησης πληρωμής οποιοσδήποτε οφειλής του δανείου ή και μέρους αυτής, συμφωνείται ρητώς ότι ο οφειλέτης οφείλει στη δανείστρια Τράπεζα, για τα καθυστερούμενα ποσά, τόκο υπερημερίας, ο οποίος ορίζεται σε τρεις (3) εκατοστιαίες μονάδες μεγαλύτερος του επιτοκίου του άρθρου 3 της σύμβασης καθώς και τόκους επί των καθυστερούμενων τόκων υπερημερίας, που θα βαρύνουν αυτόν από την ημέρα καθυστερήσεως αυτοδικαίως, χωρίς προηγούμενη όχληση, ειδοποίηση, επιταγή πληρωμής ή αγωγή στον οφειλέτη. Από της ημέρας υπερημερίας, χωρεί αυτοδικαίως και χωρίς όχληση ανατοκισμός, οι δε οφειλόμενοι σε καθυστέρηση τόκοι εκτοκίζονται κατά το άρθρο 12 του Ν, 2601/98 από την πρώτη ημέρα καθυστέρησης. Οι τόκοι που προκύπτουν προστίθενται στο ληξιπρόθεσμο κεφάλαιο ανά εξάμηνο και μέχρι την ολοσχερή εξόφλησή τους. Η δανείστρια Τράπεζα δικαιούται είτε να επιδιώξει την είσπραξη των καθυστερούμενων ποσών είτε, αφού καταγγείλει τη σύμβαση του δανείου να κηρύξει ληξιπρόθεσμο και απαιτητό ολόκληρο το δάνειο και να επιδιώξει την είσπραξη του, με τους τόκους υπερημερίας, ανατοκισμού και των εν γένει εξόδων και επιβαρύνσεων. Δικαιούται επίσης η δανείστρια Τράπεζα μετά την πάροδο τριμήνου από της ημέρας που έπρεπε ο οφειλέτης να καταβάλει τη δόση να ζητήσει τη βεβαίωση των ληξιπρόθεσμων δόσεων και των τόκων τους στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. και την πληρωμή αυτών σε αυτήν σύμφωνα με τις ισχύουσες κοινές υπουργικές αποφάσεις. Το ποσό του χορηγηθέντος δανείου εκταμιεύτηκε και λήφθηκε από τους ανακόπτοντες σε δύο δόσεις στις 03.03.2004 και στις 30.03,2004, όπως προκύπτει από το με ημερομηνία έκδοσης 24.08.2022 προσκομιζόμενο απόσπασμα κίνησης του τηρηθέντος για εξυπηρέτηση της σύμβασης με αριθμό … λογαριασμού της καθ’ ης, Ο παραπάνω λογαριασμός εμφάνιζε την 31.07.2022 χρεωστικό υπόλοιπο 18.461,83 €, όπως προκύπτει από το εξαχθέν απόσπασμα από τα ηλεκτρονικώς τηρούμενα εμπορικά βιβλία της καθ’ ης, εκ του οποίου ποσό 18.136,55 € αφορούσε ληξιπρόθεσμα χρεολύσια, τα οποία είναι το αποδιδόμενο μέρος του οφειλόμενου κεφαλαίου και καταβάλλονται χωριστά από τους τόκους και το υπόλοιπο ποσό των 325,28 € αφορούσε τόκους υπερημερίας και οι καταβολές όπως προκύπτει επίσης από το ως άνω απόσπασμα σταμάτησαν τον Δεκέμβριο του 2009. Με την από 01.11.2022 αίτηση της καθ’ ης εκδόθηκε η με αριθμό ΔΠ …/09.11.2022 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αταλάντης και με το με αριθμό 19/09.11.2022 βάσει αυτής πρώτο εκτελεστό απόγραφο επιτάσσονταν οι ανακόπτοντες αδιαιρέτως και εις ολόκληρον έκαστος δυνάμει της από 11-11-2022 κάτωθι αυτού επιταγής προς πληρωμή να της καταβάλουν το άνω συνολικό ποσό των 18,461,83€, πλέον του ποσού των 380,00€ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, του ποσού των 100,00€ για παρόν αντίγραφο εξ απογράφου, για δικαιώματα σύνταξης της επιταγής και του ποσού των 100,00€ για έξοδα επίδοσης, το οποίο κοινοποιήθηκε σε αυτούς στις 21.11.2022. Περαιτέρω, η καθ’ ης προέβη στην έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής επιδιώκοντας την είσπραξη των καθυστερούμενων ποσών, χωρίς να προχωρήσει σε καταγγελία της δανειακής σύμβασης, που θα επέφερε ως συνέπεια την κήρυξη και του άληκτου κεφαλαίου της ως ληξιπρόθεσμου και απαιτητού, όπως προκύπτει από το σώμα της ίδιας της διαταγής πληρωμής, χωρίς επομένως να πληρωθεί η αίρεση της καταγγελίας του δανείου και της συνακόλουθης οφειλής ολόκληρου του κατά το χρόνο έκδοσης της (09.11.2022) ανεξόφλητου κεφαλαίου του, οπότε η αξίωση της πιστώτριας καθ’ ης θα υπόκειτο στη συνήθη εικοσαετή παραγραφή (ΑΚ 249). Αντιθέτως, στην ένδικη περίπτωση, εφόσον δεν αποδεικνύεται καταγγελία της δανειακής σύμβασης, η αξίωση των περιοδικών χρεολυτικών δόσεων διατηρούν την αυθυπαρξία τους και υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 παρ. 15 (ΑΠ 1203/2019, 1455/2007, ΑΠ 637/1997 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΑλεξ 158/2022, ΕιρΑλεξ 464/2022). Εν προκειμένω, για το έτος 2009 μέρος της δεύτερης χρεολυτικής δόσης ποσού 587,36€ (μετά την εξόφληση ποσού 387,59€) ήταν καταβλητέο στις 10.10.2009, για το έτος 2010 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 974,96€ ήταν καταβλητέα στις 10.04.2010 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 974,95€ ήταν καταβλητέα σας 10.10.2010, για το έτος 2011 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 974,96€ ήταν καταβλητέα στις 10.04.2011 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 974,95€ ήταν καταβλητέα στις 10.10.2011, για το έτος 2012 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 974,96€ ήταν καταβλητέα στις 10.04.2012 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 974,95€ ήταν καταβλητέα στις 10.10.2012, για το έτος 2013 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 974,96€ ήταν καταβλητέα στις 10.04.2013 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 974,95€ ήταν καταβλητέα στις 10.10.2013, για το έτος 2014 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 974,96€ ήταν καταβλητέα στις 10.04.2014 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 974,95€ ήταν καταβλητέα στις 10.10.2014, για το έτος 2015 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 974,96€ ήταν καταβλητέα στις 10.04.2015 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 974,95€ ήταν καταβλητέα στις 10.10.2015 και για το έτος 2016 η πρώτη χρεολυτική δόση ποσού 974,96€ ήταν καταβλητέα στις 10.04.2016 και η δεύτερη αντίστοιχη δόση ποσού 974,95€ ήταν καταβλητέα στις 10.10.2016. Όλες αυτές οι τοκοχρεολυτικές δόσεις έχουν υποπέσει σε παραγραφή ειδικότερα για το έτος 2009 στις 31.12.2014, για το έτος 2010 στις 31.12.2015, για το έτος 2011 σας 31.12.2016, για το έτος 2012 στις 31.12.2017, για το έτος 2013 στις 31.12.2018 και για το έτος 2014 στις 31.12.2019. Περαιτέρω αναφορικά με τις χρεολυτικές δόσεις του έτους 2015 και του έτους 2016 λεκτέα τα κάτωθι: Κατά τη διάταξη του άρθρου 257 παρ. 1 ΑΚ, το χρονικό διάστημα της αναστολής δεν υπολογίζεται στο χρόνο της παραγραφής, κατά δε την παρ. 2 τη ως άνω διάταξης, όταν πάψει η αναστολή, η παραγραφή συνεχίζεται, σε καμία όμως περίπτωση δεν συμπληρώνεται πριν περάσουν έξι μήνες. Περαιτέρω, το άρθρο 11 της από 11.03.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (ΦΕΚ Α’ 55/11.03.2020) ορίζει ότι “I. Προς τον σκοπό της αποφυγής κινδύνου εμφάνισης ή και διάδοσης κορωνοϊού COVID-19 που ενδέχεται να έχουν σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, μπορεί να επιβληθεί το μέτρο της προσωρινής, μερικής ή ολικής, αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, συμπεριλαμβανομένων και των στρατιωτικών δικαστηρίων, καθώς και της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών. 2.Το μέτρο της παρ. 1 επιβάλλεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης, καθώς και του Υπουργού Εθνικής Άμυνας στην περίπτωση των στρατιωτικών δικαστηρίων, μετά από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής προστασίας της Δημόσιας Υγείας έναντι του κορωνοϊού COVID-19. Με όμοια απόφαση ορίζεται και κάθε συναφής και αναγκαία πρόβλεψη για τα ζητήματα αναστολής ή παρέκτασης δικονομικών προθεσμιών, αναστολής ή παράτασης παραγραφών, αναστολής διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης και διενέργειας πλειστηριασμών, παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας, καθώς και για όλα τα λοιπά ζητήματα που αφορούν στο καθεστώς προσωρινής αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χωράς. Σε εφαρμογή της ως άνω διάταξης εκδόθηκαν κοινές αποφάσεις των Υπουργών Υγείας, Δικαιοσύνης και Εθνικής Άμυνας, με τις οποίες ορίστηκε προσωρινή αναστολή λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων και των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών για τη διενέργεια διαδικαστικών πράξεων και άλλων ενεργειών ενώπιον των υπηρεσιών των δικαστηρίων, καθώς και της παραγραφής των συναφών αξιώσεων και δη για το χρονικό διάστημα από 13.03.2020 έως και 31.05.2020. Κατά την παρ. 1 του άρθρου 74 του Ν. 4690/2020 (Α’ 104), ορίζεται ότι “1. Το χρονικό διάστημα της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της Χώρας (13.3.2020 – 31.5.2020) δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών κα, εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, συμβολαιογράφων ως υπάλληλων του πλειστηριασμού, υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων. Μετά τη λήξη της παραπάνω αναστολής ο, προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από τον νόμο προθεσμία. Κατά την παρ.1 του άρθρου 83 του Ν. 4790/2021 (Α’ 48, ορίζεται ότι “Το χρονικό διάστημα από τις 7.11.2020 έως και την ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, δυνάμει της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 11 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α’ 55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α’ 76), δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, συμβολαιογράφων ως υπαλλήλων του πλειστηριασμού υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων, καθώς και στις προθεσμίες παραγραφής των συναφών αξιώσεων. Μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου, οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από το νόμο προθεσμία. Οι προθεσμίες που ανεστάλησαν κατά τα προηγούμενα εδάφια, δεν συμπληρώνονται, εάν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους” και τέλος κατά την ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 25 του Ν 4792/2021(Α’ 54) ορίζεται ότι “Κατά την αληθή έννοια του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (A’ 48), ως ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων της χώρας για τον υπολογισμό των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών, λογίζεται η ημερομηνία άρσης της αναστολής των προθεσμιών, η οποία επήλθε με τη λήξη ισχύος της υπό στοιχεία Δ Ια/Γ.Π.οικ.18877/26.3.2021 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Μετανάστευσης και Ασύλου, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό “Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού C0VID- 19 στο σύνολο της Επικράτειας για το διάστημα από τη Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021 και ώρα 6:00 έως και τη Δευτέρα, 5 Απριλίου 2021 και ώρα 6:00″ (Β΄ 1194), ήτοι η 6.4.2021”. Συνεπώς, εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι για τα χρονικά διαστήματα από 13.03.2020 έως και 31.05.2020, καθώς και από 07.11.2020 έως και 05.04.2021, ανεστάλησαν όλες οι νόμιμες προθεσμίες, μεταξύ των οποίων και η παραγραφή των σχετικών αξιώσεων. Σύμφωνα με τα ανωτέρω οι χρεολυτικές δόσεις του έτους 2015, δεδομένου ότι, χωρίς την, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, προσωρινή αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας, θα παραγράφονταν στις 31-12-2020, λόγω, όμως, της ως άνω αναστολής και του, εξ αυτής, μη υπολογισμού των χρονικών διαστημάτων από 13-3-2020 έως 31-5-2020 (2 μήνες και 18 ημέρες) και από 7-11-2020 έως 31-12-2020 (1 μήνας και 23 ημέρες) και, συνολικά, χρονικού διαστήματος 4 μηνών και 11 ημερών, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις των άρθρων 74 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4690/2020 και 83 παρ.1 εδ. α’ του Ν. 4790/2021, ο χρόνος παραγραφής θα συμπληρωνόταν στις 11-05-2021, επειδή όμως κατά τη διάταξη του άρθρου 257 παρ. 2 ΑΚ, όταν πάψει η αναστολή, η παραγραφή συνεχίζεται, σε καμία όμως περίπτωση δεν συμπληρώνεται πριν περάσουν έξι μήνες, παραγράφονται στις 6.10.2021. Επίσης οι χρεολυτικές δόσεις του έτους 2016, δεδομένου ότι, χωρίς την, κατά τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη, προσωρινή αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας, θα παραγράφονταν στις 31-12-2021, λόγω, όμως, της ως άνω αναστολής και του, εξ αυτής, μη υπολογισμού των χρονικών διαστημάτων από 13-3-2020 έως 31-5-2020 (2 μήνες και 18 ημέρες) και από 7-11-2020 έως 6-4-2021 (5 μήνες) και, συνολικά, χρονικού διαστήματος 7 μηνών και 18 ημερών, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις των άρθρων 74 παρ. 1 εδ. α’ του Ν. 4690/2020 και 83 παρ.1 εδ. α’ του Ν. 4790/2021, παραγράφονται στις 18-08-2022. Επομένως, οι χρεολυτικές δόσεις τόσο του έτους 2015 όσο και του έτους 2016 έχουν υποπέσει ομοίως στην πενταετή παραγραφή, απορριπτόμενου του σχετικού ισχυρισμού της καθ’ ης επί του πρόσθετου λόγου της ανακοπής. Η παραγραφή αυτή βέβαια της κύριας αξίωσης συμπαρασύρει και τις παρεπόμενες αξιώσεις για τόκους και έξοδα (άρθρο 274 ΑΚ). Εν προκειμένω μέρος λογιζόμενων τόκων υπερημερίας μηνός Ιουλίου 2011 ποσού 3,01€, υπέπεσε σε παραγραφή στις 31/12/2016, οι λογιζόμενοι τόκοι υπερημερία μηνός Ιανουάριου 2012 ποσού 23,30€ και Ιουλίου 2012 ποσού 23,04€, υπέπεσαν σε παραγραφή στις 31/12/2017, οι λογιζόμενοι τόκοι υπερημερίας μηνός Ιανουάριου 2013 ποσού 23,30€ και Ιουλίου 2013 ποσού 23,04€, υπέπεσαν σε παραγραφή στις 31/12/2018, οι λογιζόμενοι τόκοι υπερημερίας μηνός Ιανουάριου 2014 ποσού 23,30€ και Ιουλίου 2014 ποσού 23,04€, υπέπεσαν σε παραγραφή στις 31/12/2019, οι λογιζόμενοι τόκοι υπερημερίας μηνός Ιανουάριου 2015 ποσού 23,80€ και Ιουλίου ποσού 19,98€, υπέπεσαν σε παραγραφή, σύμφωνα με τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, στις 6.10.2021, οι λογιζόμενοι τόκοι υπερημερίας μηνός Ιανουάριου 2016 ποσού 23,22€, Απριλίου 2016 ποσού 4,23€, Μαΐου 2016 ποσού 5,21€ και Ιουλίου 2016 ποσού 13,39€, υπέπεσαν σε παραγραφή, σύμφωνα με τα ανωτέρω διαλαμβανόμενα, στις 18-08-2022. Με βάση τα ανωτέρω, το σύνολο των ως άνω χρεολυσίων, ύψους 14.236,73 ευρώ και το σύνολο των ως άνω ποσών τόκων υπερημερίας ύψους 231,86 ευρώ έχουν υποπέσει στην εν λόγω πενταετή παραγραφή καθόσον κατά το ως άνω χρονικό διάστημα δεν χώρησε λόγος διακοπής αυτής ούτε η καθ’ ής η ανακοπή επικαλέστηκε τέτοιο παρά μόνο προέβαλε τον ισχυρισμό ότι οι χρεολυτικές δόσεις του έτους 2015 συνολικού ποσού (974,95€ + 974,96€ =) 1.949,91€ και του έτους 2016 συνολικού ποσού (974,95€ + 974,96€ =) 1.949,91€ δεν έχουν υποπέσει στην πενταετή παραγραφή λόγω της αναστολής όλων των νόμιμων προθεσμιών, καθώς και του χρόνου παραγραφής των σχετικών απαιτήσεων λόγω των μέτρων που ελήφθησαν για την καταπολέμηση της διασποράς του κορωνοϊού COVID-19, ο οποίος απορρίφθηκε ανωτέρω.
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, ενόψει καν της έγγραφης απόδειξης του εν λόγω ισχυρισμού μερικής παραγραφής, η οποία προτείνεται παραδεκτά με τον κρινόμενο πρόσθετό λόγο ανακοπής του άρθρου 632 ΚΠολΔ, αφού τούτη έλαβε χώρα πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, πρέπει να γίνει δεκτός ο πρόσθετος λόγος ανακοπής ως ουσία βάσιμος και να ακυρωθεί μερικά η με αριθ. …/2022 διαταγή πληρωμής της Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αταλάντης περιοριζόμενου του ποσού του κεφαλαίου της απαίτησης από το ποσό των 18.136,55€ σε αυτό των 3,899,82€, και του ποσού των τόκων υπερημερίας από το ποσό των 325,28€ στο ποσό των 93,42€, (…).