Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος (10/2021) του έγκριτου νομικού περιοδικού Δίκαιο Επιχειρήσεων και Εταιριών (ΔΕΕ). Στο τεύχος (σελ. 1256) δημοσιεύεται η με αριθμό 863/2021 απόφαση του Αρείου Πάγου, στην οποία το γραφείο μας εκπροσώπησε επιτυχώς αναιρεσίβλητη ετερόρρυθμη εταιρεία υπέρ της οποίας είχε εκδοθεί διαταγή πληρωμής σε βάρος τράπεζας. Η απόφαση πραγματεύεται κρίσιμα και ευρύτερης σημασίας ζητήματα εταιρικού δικαίου (μετατροπή εταιρείας, λύση και θέση της σε εκκαθάριση, περάτωση και επανάληψη εργασιών εκκαθάρισης, αναβίωση εταιρείας) και έχει κατά περίληψη και κυρίως κείμενο ως εξής:
ΕΤΑΙΡΙΕΣ. Ικανότητα δικαίου και ικανότητα διαδίκου. Μετατροπή ΟΕ σε ΕΕ. Η μετατροπή αυτή από τον ένα τύπο στον άλλο, η οποία γίνεται με τροποποίηση του καταστατικού και δημοσίευση του σχετικού εγγράφου δεν επιφέρει λύση της παλαιάς και σύσταση νέας εταιρίας, αλλά συνεχίζεται η εταιρία ως νομικό πρόσωπο με τις εντεύθεν νομικές συνέπειες, εξακολουθεί, δηλαδή, να παραμένει αναλλοίωτη η ταυτότητα του νομικού προσώπου της παλαιάς εταιρίας. Ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής. Νομικά αβάσιμος ο ισχυρισμός περί ανυπαρξίας του νομικού προσώπου της ετερρόρυθμης εταιρίας μετά τη λύση και τη θέση της υπό εκκαθάριση, όπως και μετά τη λήξη των εργασιών εκκαθάρισης. Νόμιμη η διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε βάσει εφετειακής απόφασης από την οποία προκύπτει η ύπαρξη χρηματικής οφειλής υπέρ της δικαιούχου της αρχικής απαίτησης ομόρρυθμης εταιρίας ως έχουσας την ικανότητα δικαίου και την ικανότητα διαδίκου και κατ’ επέκταση της ενεργητικής νομιμοποίησης στη συνέχιση της μεταξύ αυτής και της εναγόμενης Τραπεζικής εταιρίας ανοιγείσα δίκη, ακόμη και μετά την μετατροπή της. Σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες.
Διατάξεις: άρθρα 361, 760, 761 ΑΚ, 23, 24, 46 ΕμπΝ
[…] Περαιτέρω από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 361, 760 και 761 ΑΚ, που περιέχουν κανόνες ενδοτικού δικαίου, συνάγεται ότι επί νομίμως υφιστάμενης και λειτουργούσας Ομόρρυθμης εμπορικής εταιρίας δεν αποκλείεται, δια κοινής συμφωνίας των εταίρων, η δια μεταβιβάσεως της εταιρικής μερίδος είσοδος νέου εταίρου, η οποία, συνιστώντας αλλαγή του προσώπου του εταίρου, αποτελεί, σύμφωνα με όσα διαλαμβάνει το άρθρο 46 του ΕμπΝ, τροποποίηση του καταστατικού της αρχικής εταιρικής συμβάσεως η οποία συνεχίζεται κατά τα λοιπά (ΑΠ Ολ 588/68). Ούτε η μετατροπή της Ομόρρυθμης εταιρίας σε ετερόρρυθμη, με την τήρηση των προβλεπομένων νομίμων διατυπώσεων της δημοσιότητας, επιφέρει διάλυση του νομικού προσώπου της εταιρίας η οποία συνεχίζεται υπό διάφορο νομικό ένδυμα (ΑΠ 1751/2011, ΑΠ 640/1986). Από το συνδυασμό, εξάλλου, των διατάξεων των άρθρων 72, 73, 74 ΑΚ, 23, 24 ΕμπΝ, 62, 73 ΚΠολΔ συνάγεται ότι, όποιος έχει την ικανότητα να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, έχει και την ικανότητα να είναι διάδικος. Η ικανότητα δε αυτή, η οποία αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης, εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάση της δίκης. Η λύση του νομικού προσώπου της Ετερόρρυθμης εταιρίας, δεν θίγει την ικανότητά της να είναι υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, συνεπώς και την ικανότητα διεξαγωγής των δικών της, ούτε καν επιφέρει βίαιη διακοπή της δίκης, διότι και μετά τη λύση της η νομική προσωπικότητα της εταιρίας λογίζεται υφισταμένη, εφόσον τούτο απαιτείται για τις ανάγκες και προς το σκοπό της εκκαθάρισης. Εφεξής η εταιρία εκπροσωπείται από τους εκκαθαριστές, οι οποίοι είναι οι ίδιοι οι εταίροι, αν δεν διορίστηκαν εκκαθαριστές με συμφωνία των εταίρων ή από το δικαστήριο. Το στάδιο της εκκαθάρισης δεν μπορεί να αποκλεισθεί με ρήτρα του καταστατικού ή με απόφαση των εταίρων, αλλά ακολουθεί υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως τη λύση της εταιρίας. Ακόμη και μετά τη λήξη των εργασιών της εκκαθάρισης, αν διαπιστωθεί, ότι υπάρχει κάποια εκκρεμότητα, όπως απαίτηση ή χρέος της εταιρίας, επαναλαμβάνονται και πάλι οι εργασίες της εκκαθάρισης και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της λυθείσας εταιρίας από τους εκκαθαριστές. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, δεν είναι υποχρεωτικό ούτε προκύπτει ακυρότητα, αν δεν τεθεί μετά την επωνυμία της εταιρίας η μνεία ότι τελεί υπό εκκαθάριση (ΑΠ 216/2012, ΑΠ 693/2008). Η εκκαθάριση, η οποία ακολουθεί την λύση της εταιρίας και έχει ως σκοπό την διευθέτηση των εκκρεμοτήτων που υπάρχουν, διαφέρει της αναβίωσης, η οποία έχει ως σκοπό την επαναλειτουργία της λυθείσας εταιρίας και για να υπάρξει απαιτείται ομόφωνη απόφαση των εταίρων, για δε την Ομόρρυθμη και ετερόρρυθμη εταιρία και η τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας κατά τα άρθρα 42 και 46 ΕμπΝ (ΑΠ 748/2017, ΑΠ 2049/2013, ΑΠ 1036/2007, ΑΠ 486/1971).
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αίτησης αναίρεσής της και το συναφές τμήμα των δεύτερου και τρίτου των πρόσθετων λόγων αυτής, η αναιρεσείουσα αιτιάται ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του, τον, προς απόκρουση της εφέσεως της τότε εκκαλούσας και ήδη αναιρεσίβλητης, νομοτύπως με το δικόγραφο των κυρίων προτάσεών της επί της εφέσεως προταθέντα αυτοτελή ισχυρισμό της, περί ανυπαρξίας, από 7.1.2010 μέχρι 21.7.2016, του νομικού προσώπου της αντιδίκου της, υφ’ οιανδήποτε νομική μορφή και εάν ήθελε αυτό νοηθεί είτε ως Ομόρρυθμη εταιρία είτε ως πρώην Ομόρρυθμη εταιρία και ήδη ετερόρρυθμη εταιρία είτε ως ετερόρρυθμη εταιρία, έχοντας παύσει νομικώς να υφίσταται ως μη έχουσα πλέον, μετά τη λύση της και την περάτωση του σταδίου της εκκαθάρισης, νομική προσωπικότητα. Ο λόγος, όμως, αυτός αναίρεσης είναι αβάσιμος και ως εκ τούτου απορριπτέος, καθόσον το Εφετείο εξέτασε διεξοδικά τον ως άνω ισχυρισμό της τότε εφεσίβλητης-ανακόπτουσας και ήδη αναιρεσείουσας, που αποτελούσε και σχετικό λόγο της ένδικης ανακοπής της κατά της υπ’ αριθμ. 8188/2016 επίδικης διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και απέρριψε αυτόν ως κατά νόμον αβάσιμο, με την ορθή και σύμφωνη με τις προεκτεθείσες στην αρχή νομικές σκέψεις κρίση της ότι «… όντας δυνατή η μετατροπή [μετασχηματισμός] Ομόρρυθμης εταιρίας σε ετερόρρυθμη, η μετατροπή αυτή από τον ένα τύπο στον άλλο, η οποία γίνεται με τροποποίηση του καταστατικού και δημοσίευση του σχετικού εγγράφου κατά τα άρθρα 42-46 του ΕμπΝ και των αναγκαίων λοιπών τροποποιήσεων, δεν επιφέρει λύση της παλαιάς και σύσταση νέας εταιρίας, αλλά συνεχίζεται η εταιρία ως νομικό πρόσωπο με τις εντεύθεν νομικές συνέπειες, εξακολουθεί, δηλαδή, να παραμένει αναλλοίωτη η ταυτότητα του νομικού προσώπου της παλαιάς εταιρίας, η δε μεταβολή συνίσταται μόνο στην αλλαγή του ενδύματος του υφιστάμενου νομικού προσώπου με τις εντεύθεν επερχόμενες μεταλλαγές ως προς την εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του, ήτοι δεν καταλύεται η παλαιά νομική προσωπικότητα και δημιουργείται νέα, αλλά απλώς συνεχίζεται η παλαιά εταιρία με διαφορετική μορφή, οι δε εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται υπό τη νέα μορφή του, χωρίς καμία ειδικότερη διατύπωση από μέρους της για τη συνέχιση, χωρίς να επέρχεται, λόγω της μετατροπής, βιαία διακοπή της δίκης και χωρίς να απαιτείται δήλωση για την επανάληψή της …», καταλήγοντας δε στο πόρισμά του ότι «… βάσιμα κρίνεται ότι ο τίτλος επί του οποίου στηρίχτηκε και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπ’ αριθμ. 8188/16.12.2016 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ήτοι η υπ’ αριθμ. 1518/6.3.2014 απόφαση [και ήδη αμετάκλητη δυνάμει της υπ’ αριθμ. 1168/7.9.2015 αναιρετική απόφαση, από την οποία προκύπτει η ύπαρξη χρηματικής οφειλής σε βάρος της ανακόπτουσας Τραπεζικής εταιρίας έναντι της καθ’ ης η ανακοπή, δεν είναι ανύπαρκτη-ανυπόστατη αφού εξεδόθη επί υπαρκτού-σύμφωνα με όσα αναπτύχθηκαν-νομικού προσώπου…».
Περαιτέρω, απορριπτέος είναι και ο δεύτερος λόγος της αίτησης αναίρεσης και το συναφές τμήμα των πρώτου και δεύτερου των πρόσθετων λόγων αυτής, με τους οποίους η αναιρεσείουσα αιτιάται το Εφετείο για την απόρριψη της ένδικης ανακοπής της και τη μη απόρριψη ως άκυρης και ανυπόστατης της επίμαχης ως άνω υπ’ αριθμ. 8188/2016 διαταγής πληρωμής, ως εκδοθείσας, παρά την έλλειψη της θετικής διαδικαστικής προϋποθέσεως του άρθρου 623 ΚΠολΔ, περί εγγράφου αποδείξεως της απαιτήσεως, καθόσον, όπως ισχυρίζεται, κατά τον χρόνο έκδοσης αυτής η αναιρεσίβλητη εταιρία είχε δήθεν παύσει νομικώς να υφίσταται, ως μη έχουσα πλέον, μετά τη λύση της και την περάτωση του σταδίου της εκκαθάρισης, νομική προσωπικότητα. Ο λόγος αυτός, εκ του αριθμού 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι ειδικότερα απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι, σύμφωνα με τις σκέψεις που προηγήθηκαν, η αναιρεσίβλητη ετερόρρυθμη εταιρία λογίζεται, ότι εξακολουθεί να υφίσταται, ακόμη και μετά τη λύση και τη θέση της υπό εκκαθάριση, όπως και μετά τη λήξη των εργασιών εκκαθάρισης, εφόσον διαπιστώθηκε, στη συνέχεια, ότι υπήρχε κάποια εκκρεμότητα που δέχθηκε και η προσβαλλόμενη απόφαση, και συγκεκριμένα η αξιούμενη με την έκδοση της ως άνω διαταγής πληρωμής ένδικη απαίτησή της, έχουσα μάλιστα καταστεί και δικαστικώς αμετάκλητη, οπότε επαναλαμβάνονται και πάλι οι εργασίες της εκκαθάρισης και συνεχίζεται η νομική προσωπικότητα αυτής (αναιρεσίβλητης). […]
Στην προκειμένη περίπτωση, από την επισκόπηση της προσβαλλομένης απόφασης, προκύπτει ότι το Δικαστήριό δέχθηκε τα εξής: «Η Ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «… ΟΕ», με έδρα την … Ηλείας και εταίρους τους … και … και σκοπό τη λειτουργία και εκμετάλλευση ξυλουργικού εργαστηρίου κατασκευής κουφωμάτων παντός τύπου ως και λοιπών ξύλινων ειδών… κατέθεσε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την από 29.12.2006 και με αριθμ. κατάθ. δικόγρ…/29.12.2006 αγωγή της στρεφόμενη σε βάρος της Τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «… ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.», με την οποία ζητούσε να υποχρεωθεί η τελευταία να της καταβάλει το ποσό των 153.997,83 ευρώ, νομιμοτόκως από της επιδόσεως της αγωγής για τους αναφερόμενους σ’ αυτήν λόγους. […]
Στο σημείο αυτό πρέπει ν’ αναφερθεί ότι κατά τη διάρκεια της ένδικης διαφοράς […], η προαναφερθείσα αρχική διάδικος Ομόρρυθμη εταιρία με το από 17.7.2008 ιδιωτικό συμφωνητικό τροποποίησης, το οποίο δημοσιεύθηκε στο Πρωτοδικείο Αμαλιάδας […] μετατράπηκε στην ετερόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «… ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ», με έδρα το Βαρθολομιό Ν. Ηλείας και με εταίρους τον … ως ομόρρυθμο μέλος και τον νεοεισερχόμενο … ως ετερόρρυθμο μέλος και με μεταβαλλόμενο σκοπό της επιχειρηματικής της δραστηριότητας της εταιρίας αμιγώς την παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών σε επιχειρήσεις [σύμβουλοι επιχειρήσεων]. Στη συνέχεια, λόγω μη συμμόρφωσης της εναγόμενης Τραπεζικής εταιρίας στην αναγνωρισθείσα, με την υπ’ αριθμ. 1518/6.3.2014 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, υποχρέωσή της να καταβάλει στην ενάγουσα Ομόρρυθμη εταιρία το ποσό των 134.537,35 ευρώ, με το νόμιμο τόκο κατά τα εκεί οριζόμενα [απόφαση που είχε ήδη καταστεί αμετάκλητη ως άνω αναφέρεται], η αρχική διάδικος πρώην Ομόρρυθμη εταιρία και ήδη, λόγω της γενόμενης μετατροπής της, υπό εκκαθάριση ετερόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία «… & ΣΙΑ ΕΕ- ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ», με την από 30.11.2016 αίτησή της προς το δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, ζήτησε και πέτυχε την έκδοση της υπ’ αριθμ. 8188/2016 διαταγής πληρωμής του, αντίγραφο της οποίας μετά σχετικής επιταγής προς πληρωμή, επέδωσε στην καθ’ ης η διαταγή πληρωμής και ήδη εφεσίβλητη τραπεζική εταιρία στις 5.1.2017 συγκοινοποιουμένων και αντιγράφων των άνω αποφάσεων που αποτέλεσαν και τον τίτλο επί των οποίων στηρίχτηκε η ένδικη απαίτησή της [ήτοι, την υπ’ αριθμ. 1518/2014 εφετειακή και υπ’ αριθμ. 1168/2015 αναιρετική αποφάσεις], επιτάσσοντάς την, υπό την άνω ιδιότητά της, να της καταβάλει το συνολικό ποσό των 211.461,27 ευρώ, συμπεριλαμβανομένων ποσού τόκων και λοιπών εξόδων.
Ακολούθως η εφεσίβλητη τραπεζική εταιρία άσκησε κατά της προαναφερθείσας διαταγής πληρωμής την από 10.1.2017 υπ’ αριθμ. έκθ. καταθ. δικογρ. …/11.1.2017 κατ’ άρθρο 632 παρ. 1 ΚΠολΔ ανακοπή, ζητώντας την ακύρωση αυτής, επικαλούμενη με τους δύο λόγους ανακοπής της, ότι ο τίτλος επί του οποίου στηρίχτηκε και εκδόθηκε η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής, ήτοι η αμετάκλητη υπ’ αρίθμ. 1518/2014 εφετειακή απόφαση, από την οποία προκύπτει η ύπαρξη χρηματικής οφειλής σε βάρος της [ανακόπτουσας] έναντι της καθ’ ης η ανακοπή, είναι ανύπαρκτος-ανυπόστατος αφού εξεδόθη επί ανυπάρκτου νομικού προσώπου, δεδομένου ότι η αρχική διάδικος Ομόρρυθμη εταιρία «… ΟΕ», κατά το χρόνο από την συζήτηση της αγωγής της και μετέπειτα δεν υφίστατο ως νομικό πρόσωπο, και άρα δεν είχε όχι απλώς ικανότητά διαδίκου, αλλά και ικανότητα δικαίου…
Επί της ως άνω ανακοπής εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 493/12.6.2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία δέχτηκε ως νόμω και ουσία βάσιμους αμφότερους τους άνω λόγους ανακοπής, με το σκεπτικό ότι η κατά μετατροπή προκύψασα ετερόρρυθμη εταιρία «… ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ-ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» από το έτος 2009 και δη μετά την 18.7.2008 [ημερομηνία δημοσίευσης του σχετικού από 17.7.2008 ιδιωτικού συμφωνητικού μετατροπής] αποτελεί νέο νομικό πρόσωπο διαφορετικό από την μετατραπείσα Ομόρρυθμη εταιρία [λόγω και της μεταβολής του εταιρικού σκοπού, με νεοεισερχόμενο ομόρρυθμο εταίρο και νόμιμο εκπρόσωπο-τον έναν εκ, των αρχικών ομορρύθμων εταίρων] και συνεπώς μόνο αυτή είχε την κατ’ άρθρο 62 ΚΠολΔ ικανότητα δικαίου και την ικανότητα διαδίκου κατ’ επέκταση αυτή μόνη νομιμοποιείτο ενεργητικώς στην άσκηση τόσο της από 10.4.2009 κλήσης από ματαίωση προς επαναφορά σε συζήτηση της από 19.12.2006 αγωγής της αρχικής δικαιούχου της ένδικης απαίτησης Ομόρρυθμης εταιρίας, η οποία από της άνω δημοσιεύσεως είχε πάψει να υπάρχει, όσο και κάθε μεταγενέστερης διαδικαστικής επί της δίκης αυτής πράξης μέχρι και την έκδοση της άνω αναιρετικής απόφασης, αφού αυτή [ετερόρρυθμη] είχε υπεισέλθει πλέον αυτοδικαίως, ως καθολική διάδοχος της Ομόρρυθμης εταιρίας, στα δικαιώματά της ως διαδίκου, στην ήδη ανοιγείσα δίκη με την ανακόπτουσα-εναγομένη.
Επί τη βάσει δε των ανωτέρω, κατέληξε στην ακύρωση της εκδοθείσας προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, καθόσον ο τίτλος επί του οποίου στηρίχτηκε και εκδόθηκε αυτή, ήτοι η αμετάκλητη υπ’ αριθμ. 1518/2014 εφετειακή απόφαση, από την οποία προκύπτει η ύπαρξη χρηματικής οφειλής σε βάρος της [ανακόπτουσας] έναντι της καθ’ ης η ανακοπή, είναι ανύπαρκτη-ανυπόστατη, αφού εξεδόθη επί ανυπάρκτου προσώπου, ήτοι αυτή εξεδόθη κατά παράβαση του άρθρου 623 ΚΠολΔ, δεδομένου ότι η επιδικαζόμενη απαίτηση, δεν προκύπτει με έγγραφη απόδειξη, λόγω του ανυπόστατου χαρακτήρα της άνω εφετειακής απόφασης.
Πλην όμως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο κατέληξε στην ανωτέρω κρίση περί ύπαρξης νέου νομικού προσώπου, όσον αφορά την εκκαλούσα [καθ’ ης η ανακοπή] άνω ετερόρρυθμη εταιρία διαφορετικού από την μετατραπείσα Ομόρρυθμη εταιρία στηρίζοντας αυτήν [κρίση] στην αναλογική εφαρμογή των περί συγχώνευσης των ανωνύμων εταιριών διατάξεων [68 παρ. 1 και 3, 75 παρ. 1 περ. α’ και 80 παρ. 1 Ν 2190/1920 που προστέθηκαν με το ΠΔ 498/31.12.1987 για την προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της από 9.10.1978 τρίτης κοινοτικής οδηγίας 78/555/ΕΟΚ και 42-46 του ΕμπΝ, πριν τη θέσπιση του Ν 4072/2012], έσφαλε ως προς την εφαρμογή, και ερμηνεία του νόμου … Και τούτο διότι … όντας δυνατή η μετατροπή [μετασχηματισμός] Ομόρρυθμης εταιρίας σε ετερόρρυθμη, η μετατροπή αυτή από τον ένα τύπο στον άλλο, η οποία γίνεται με τροποποίηση του καταστατικού και δημοσίευση του σχετικού εγγράφου κατά τα άρθρα 42-46 του ΕμπΝ και των αναγκαίων λοιπών τροποποιήσεων, δεν επιφέρει λύση της παλαιάς και σύσταση νέας εταιρίας, αλλά συνεχίζεται η εταιρία ως νομικό πρόσωπο με τις εντεύθεν νομικές συνέπειες, εξακολουθεί, δηλαδή, να παραμένει αναλλοίωτη η ταυτότητα του νομικού προσώπου της παλαιάς εταιρίας, η δε μεταβολή συνίσταται μόνο στην αλλαγή του ενδύματος του υφιστάμενου νομικού προσώπου με τις εντεύθεν επερχόμενες μεταλλαγές ως προς την εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του, ήτοι δεν καταλύεται η παλαιά νομική προσωπικότητα και δημιουργείται νέα, αλλά απλώς συνεχίζεται η παλαιά εταιρία με διαφορετική μορφή, οι δε εκκρεμείς δίκες συνεχίζονται υπό τη νέα μορφή του, χωρίς καμία ειδικότερη διατύπωση από μέρους της για τη συνέχιση, χωρίς να επέρχεται, λόγω της μετατροπής, βιαία διακοπή της δίκης και χωρίς να απαιτείται δήλωση για τη επανάληψή της. […]