Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος (3/2021) του έγκριτου νομικού περιοδικού Επιθεώρηση του Εμπορικού Δικαίου (ΕΕμπΔ). Στο τεύχος (σελ. 801 επ.) δημοσιεύεται η με αριθμό 59/2021 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία αφορά τον Ν 3869/2010 (Ρύθμιση Οφειλών Υπερχρεωμένων Φυσικών Προσώπων), και μεταξύ άλλων κρίσιμων θεμάτων, τέμνει εκείνο της επίδρασης που έχει, στην κρίση περί ύπαρξης δόλου του αιτούντος – οφειλέτη ως προς την περιέλευσή του σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών, η τυχόν μεταβίβαση εμπραγμάτων δικαιωμάτων του επί ακινήτων κατά την τελευταία τριετία πριν την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης.
Είχαμε την τιμή και χαρά να συντάξουμε σύντομες επί της αποφάσεως επιστημονικές παρατητήσεις, που συνοδεύουν την απόφαση στο περιοδικό και αναδημοσιεύονται στον ιστότοπο του γραφείου μας:
Παρατηρήσεις στην ΑΠ 59/2021
Μεταξύ των κρίσιμων θεμάτων που αφορά η δημοσιευόμενη απόφαση είναι και εκείνο της επίδρασης που έχει, στην κρίση περί ύπαρξης δόλου του αιτούντος – οφειλέτη ως προς την περιέλευσή του σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών, η τυχόν μεταβίβαση εμπραγμάτων δικαιωμάτων του επί ακινήτων κατά την τελευταία τριετία πριν την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης. Ο Άρειος Πάγος, εναρμονιζόμενος με την γνώμη της επιστήμης[1] και «επικυρώνοντας» την έως σήμερα θέση των δικαστηρίων της ουσίας[2], δέχθηκε ότι για να κριθεί η εν λόγω μεταβίβαση εμπραγμάτων δικαιωμάτων ως δόλια και να οδηγήσει σε απόρριψη της αίτησης, κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 Ν 3869/2010, θα πρέπει να συνδέεται, άμεσα ή έμμεσα, με την περιέλευση του αιτούντος – οφειλέτη σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών, πράγμα που συμβαίνει όταν επιδρά σε σημαντικό βαθμό στη δυνατότητα εξυπηρετήσεως των χρεών του και ο ίδιος επεδίωξε ή προέβλεψε ως δυνατό το αποτέλεσμα αυτό.
Η τυχόν γενομένη και αναφερόμενη στην αίτηση μεταβίβαση, δεν οδηγεί άνευ ετέρου στην κατάφαση δόλου του αιτούντος – οφειλέτη ως προς την περιέλευσή του σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμών και κατ’ ακολουθίαν σε απόρριψη της αίτησης. Άλλωστε ο νόμος δεν θέτει την ανυπαρξία μεταβιβάσεων εμπραγμάτων δικαιωμάτων του οφειλέτη επί ακινήτων του την προηγούμενη της υποβολής της αίτησης τριετία ως αρνητική προϋπόθεση της υπαγωγής στον Ν 3869/2010, όπως λ.χ. συμβαίνει με την προϋπόθεση της έλλειψης πτωχευτικής ικανότητας (άρθρο 1 παρ. 1 Ν 3869/2010)[3]. Θεσπίζει μόνο (σήμερα: άρθρο 4 παρ. 1 στοιχ. γ΄ Ν 3869/2010) υποχρέωση αναφοράς στην αίτηση των μεταβιβάσεων εμπραγμάτων δικαιωμάτων κατά την τριετία πριν την υποβολή της, η οποία (υποχρέωση) συνιστά ειδική έκφανση του καθήκοντος ειλικρινούς δήλωσης (άρθρο 10 παρ. 1 Ν 3869/2010), όπως δέχεται και η δημοσιευόμενη απόφαση. Αξίζει συναφώς να επισημανθεί ότι παρόμοια υποχρέωση θεσπίζει σήμερα το άρθρο 9 στοιχ. ε΄ Ν 4738/2020 που θέτει ως βασικό περιεχόμενο της αίτησης ρύθμισης χρεών, κατά την διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών των άρθρων 5 έως 30 του ίδιου νόμου, μεταξύ άλλων και δήλωση του αιτούντος – οφειλέτη για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης[4], η οποία κατ’ αναλογία, όσων δέχεται η δημοσιευόμενη απόφαση, συνιστά ειδική έκφανση του καθήκοντος ειλικρίνειας που επιβάλλεται από το άρθρο 17 παρ. 2 εδ. β΄ Ν 4738/2020.
Εύστοχα, τέλος, ο Άρειος Πάγος επικαλείται στην όλη συλλογιστική του και το άρθρο 939 ΑΚ, δεχόμενος ότι μεταβιβάσεις που κρίνονται δόλιες κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 Ν 3869/2010 συνήθως θα εμπίπτουν στο πραγματικό της εν λόγω διάταξης του ΑΚ. Με τον τρόπο αυτό η αξιολόγηση της μεταβίβασης εμπραγμάτων δικαιωμάτων στο πλαίσιο του Ν 3869/2010 θεμελιώνεται στο αξιολογικό υπόβαθρο των άρθρων 939 ΑΚ επ. περί διάρρηξης καταδολιευτικής απαλλοτρίωσης και 116 επ. Ν 4738/2020 (πρώην άρθρα 41 επ. ΠτΚ) περί πτωχευτικής ανάκλησης, τα οποία αντιστοίχως αναφέρονται σε «απαλλοτρίωση προς βλάβη των δανειστών»[5] και «πράξεις επιζήμιες για την ομάδα των πιστωτών»[6].
Από τον συνδυασμό των διατάξεων αυτών και ανεξαρτήτως της τελολογικής στόχευσης εκάστης εξ αυτών[7], θα μπορούσε, μετά και την δημοσιευόμενη απόφαση, να εξαχθεί ως γενικός κανόνας ότι η εκ μέρους του οφειλέτη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων προ της έναρξης των διαδικασιών του Ν 3869/2010, του ΠτΚ και ήδη αντί αμφοτέρων του Ν 4738/2020[8], αποκτά έννομη σημασία μόνο όταν συνέβαλε αιτιωδώς στην αδυναμία πληρωμών ή/και στην ανεπάρκεια της εναπομείνασας περιουσίας του αιτούντος – οφειλέτη για την ικανοποίηση των πιστωτών του. Η ύπαρξη ή ανυπαρξία αιτιώδους συνάφειας θα διαπιστώνεται in concreto, μετά από εκτίμηση των ειδικών περιστάσεων κάθε κρινόμενης περίπτωσης.
Ισαάκ Γεροντίδης
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, ΜΔΕ
[1] Βλ. Ι. Βενιέρη σε, Ι. Βενιέρη / Θ. Κατσά, Εφαρμογή του Ν 3869/2010 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, 3η έκδ., 2016, σελ. 159 επ., ιδίως 161· Α. Κρητικό, Ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων, 4η έκδ., 2016, άρθρ. 4, αριθμ. 80 επ.
[2] Ενδεικτ. βλ. ΕιρΛαυρ 266/2015, ΝΟΜΟΣ.
[3] Βλ. ΑΠ 743/2020· ΑΠ 610/2020 αμφότερες σε www.areiospagos.gr.
[4] Βλ. Ε. Περάκη, Πτωχευτικό Δίκαιο, 4η έκδ., 2021, σελ. 47 επ., ιδίως 52. Αντίστοιχη πρόβλεψη υπήρχε στο άρθρο 5 παρ. 3 στοιχ. α΄ Ν 4469/2017, η ισχύς του οποίου έχει λήξει ήδη από τις 30-04-2020 [άρθρο δεύτερο της από 24-12-2019 ΠΝΠ (ΦΕΚ Α΄ 212/24-12-2019)]. Περί αυτού βλ. Θ. Κουλουριάνο σε Γ. Ψαρουδάκη / Α. Ρόκα / Θ. Κουλουριάνο, Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών (ν. 4469/2017), 2018, άρθρ. 5, αριθμ. 8· Γ. Πανίτσα σε Γ. Πανίτσα / Ι. Γεροντίδη (επιμ. Δ. Λαδά), Ο εξωδικαστικός μηχανισμός του Ν 4469/2017, 2018, σελ. 47.
[5] Βλ. Ε. Ρίζο, Οι προϋποθέσεις διάρρηξης της καταδολιευτικής απαλλοτρίωσης, 2012, σελ. 171 επ.
[6] Βλ. Ε. Περάκη, ό.π., σελ. 338 επ., ιδίως 344 επ.· Γ. Σωτηρόπουλο, Πτωχευτική ανάκληση, 2009, σελ. 184 επ.
[7] Βλ. Ι. Γεροντίδη, Η πτωχευτική ανάκληση λόγω δόλιας βλάβης των πιστωτών σε αντιπαραβολή με την διάρρηξη καταδολιευτικής απαλλοτρίωσης, ΕπισκΕΔ 2013, 810 επ., ιδίως 812 επ. και τις εκεί παραπομπές.
[8] Βλ. άρθρο 265 παρ. 1 και 2 Ν 4738/2020.